Κάσος, η καπετάνισσα του Αιγαίου


Την κάθε λέξη που θα πω, μετρώ με το κουμπάσο
για να ‘ν’ τα λόγια μου σωστά σαν τραγουδώ στην Κάσο.
Η Κάσος μέσ’ τη θάλασσα μόνη της ταξιδεύει
σα ναυαγός που πνίγεται και να σωθεί γυρεύει.

Εκεί που συναντιούνται τέσσερα πελάγη, το Κρητικό, το Καρπάθιο, το Λιβυκό και το Αιγυπτιακό -η Θάλασσα του Λεβάντε-, σ’ εκείνο ακριβώς το σημείο της θάλασσας, αναδύεται το πέτρινο, γκρίζο και απότομο τοπίο της Κάσου. Όπως κι αν την προσεγγίσει κανείς, από αέρος ή δια θαλάσσης, φαντάζει άγρια και αφιλόξενη. Καθώς όμως κοντοζυγώνεις, τα απότομα βουνά ανοίγουν σιγά-σιγά την αγκαλιά τους και φανερώνουν τα πρώτα κάτασπρα σπιτάκια. Και τότε ολόκληρη η Κάσος γίνεται μια ζεστή φιλόξενη φωλιά, έτοιμη να σφιχταγκαλιάσει τα ξενιτεμένα παιδιά της μα και τους καλοδεχούμενους επισκέπτες της. Οι Κασιώτες ποτέ δεν ξέχασαν το γενέθλιο τόπο τους, ούτε αυτοί που ζουν στα ξένα, ούτε αυτοί που ταξιδεύουν στις θάλασσες του κόσμου. Κρατούν γερά τον τόπο τους στο μυαλό και την καρδιά τους, γιατί ξέρουν καλά πως «δέντρο χωρίς ρίζες γρήγορα ξεραίνεται». Και ρίζες είναι η αγάπη για τον τόπο σου, η πίστη στα ήθη και τα έθιμά του, που απαρέγκλιτα τηρούν οι Κασιώτες εδώ και αιώνες, σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής, στη χαρά και στη λύπη, στα γλέντια και στις θρησκευτικές εκδηλώσεις.

Το λιμανάκι της Μπούκας (δεξιά) και το σύγχρονο λιμάνι της Κάσου σε αρμονική συνύπαρξη.

Την Κάσο, αυτό το ορεινό, βραχώδες νησί, με τα λίγα οροπέδια και τις ελάχιστες πεδινές εκτάσεις -κυρίως στο βόρειο τμήμα του-, στολίζουν υψηλές για το μέγεθός του κορυφές, όπως ο Πρίωνας (583 μ), το Σύσφι, ο Άη-Μάμας, ο Τρούσσουλας, ο Προφήτης Ηλίας, ο Κόρακας και ο Περίολας. Χαρακτηριστικό στοιχείο του νησιού οι απόκρημνες ακτές του και η απουσία φυσικού λιμανιού. Το όνομα του νησιού, κατά μια εκδοχή σχετίζεται με τη φοινικική λέξη ικάς (αφρός), από τα αφρισμένα κύματα που χτυπούσαν τα βράχια του, ενώ κατά άλλη εκδοχή προέρχεται από τον Κάσο, τον πατέρα του Κλέοχου ή Κλεομάχου. Πολλοί πάντως σύγχρονοι ερευνητές θεωρούν ότι η προέλευση του ονόματος είναι προελληνική. Άλλες ονομασίες της Κάσου είναι επίσης Άμφη, γιατί από βορρά φαίνεται σαν χωρισμένη στα δύο, Αστράβη (σαμάρι) και Άχνη (αχνισμένη, αφρισμένη).

Το εντυπωσιακό λιμάνι της Κάσου, όπως φαίνεται από την θάλασσα, κατά την αναχώρηση του πλοίου…

…και μία διαφορετική οπτική του από το ίδιο το Φρυ.

Η Κάσος των 64 τ.χλμ. και των περίπου 1.000 μόνιμων κατοίκων, έχει αρχαιότατη Ιστορία, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα στο σπήλαιο Ελληνοκαμάρα. Σύμφωνα με τον Όμηρο πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο με δικά της πλοία, υπό την ηγεσία όμως της Κω. Η εγκατάσταση Αχαιών και Δωριέων υποδηλώνεται από το τοπωνύμιο Άργος σ’ ένα από τα πιο εύφορα σημεία του νησιού. Τον 8ο αι. π.Χ. ανήκε στη Ρόδο, ενώ στα κλασσικά χρόνια ήταν μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Σ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας οι Κασιώτες ήταν γνωστοί για τη ναυτική και εμπορική δραστηριότητά τους, γεγονός που τους απέφερε πλούτο, αλλά και δόξα. Οι Κασιώτες, άλλωστε, δεν είδαν ποτέ τη θάλασσα σαν περιοριστικό όριο, αλλά σαν το μοναδικό μέσο για να κάνουν τον τόπο τους ν’ απλωθεί ως τα πέρατα του κόσμου. Παρά τις καταστροφές και τις ερημώσεις που γνώρισε το νησί επί Τουρκοκρατίας, οι κάτοικοί του συνέχισαν την ενασχόλησή τους με τη ναυτιλία και το εμπόριο. Εξάλλου, η ιστορία ολόκληρη του νησιού συμπυκνώνεται στη ναυτική του ιστορία.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο στεγάζεται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο του παλιού Δημαρχείου, στο Φρυ και περιλαμβάνει εκθέματα από διάφορες περιοχές του νησιού, καθώς και από την περίοδο της Επανάστασης.

Μεταξύ άλλων εκτίθενται επιγραφές, αρχιτεκτονικά μέλη, αγγεία, όστρακα και ενεπίγραφες ελληνιστικές, πέτρινες πλάκες, σε σχήμα δράκου από την ακρόπολη του Πόλι.

Το Ναυτικό Μουσείο της Κάσου φιλοξενεί εκθέματα από τη συλλογή του Αντώνη Χατζηπέτρου, μεταξύ των οποίων μικροαντικείμενα καθημερινής χρήσης από τα παλαιά ιστιοφόρα, ατμόπλοια εποχής και ντισελόπλοια, εξάντες, πυξίδες, και άλλα ναυτικά όργανα, μοντέλα και υδατογραφίες παλιών και νέων πλοίων, καθώς και παραδοσιακά εργαλεία ναυπηγικής.

Εκτίθενται επίσης σπάνια έγγραφα, ημερολόγια, βιβλία, χάρτες, ναυλοσύμφωνα, αγοροπωλησίες πλοίων, διαθήκες και θαλασσοδάνεια ναυτικών, διπλώματα Κασίων πλοιάρχων και πιστοποιητικά ναυτικής ικανότητας και συντάξεως, πολλές φωτογραφίες, μικροεξαρτήματα και μηχανές καϊκιών.

Η συμμετοχή σύσσωμου του κασιώτικου στόλου στην Επανάσταση του ’21, με φημισμένους πλοιάρχους όπως ο Καταρτζής, ο Μαλλιαράκης, ο Μπουρέκας κ.άλ. προκάλεσε το Ολοκαύτωμα του νησιού στις 7 Ιουνίου 1824. Στις 14 Μαΐου 1824 ο οθωμανικο-αιγυπτιακός στόλος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Κάσο, για να αποχωρήσει τρεις μέρες μετά. Στις 27 Μαΐου επανήλθε ενισχυμένος. Η Κάσος, αβοήθητη από την κεντρική κυβέρνηση, καταλήφθηκε στις 7 Ιουνίου, μετά από διήμερο βομβαρδισμό. Ο ανδρικός πληθυσμός σφαγιάστηκε και δυο χιλιάδες γυναικόπαιδα εξανδραποδίστηκαν. Ελάχιστοι κατάφεραν να σωθούν καταφεύγοντας στα βουνά του νησιού. Το ολοκαύτωμα της Κάσου αποτελεί γεγονός ορόσημο όχι μόνο για την ιστορία του νησιού, αλλά γενικότερα για την Ελληνική Επανάσταση. Στη συνέχεια το νησί ακολούθησε τη μοίρα των υπολοίπων Δωδεκανήσων και ενσωματώθηκε στην Ελλάδα το 1948. Εν τω μεταξύ, βέβαια, η Κάσος είχε ορθοποδήσει και είχε αρχίσει να στήνει ξανά το στόλο της. Το 1858, η διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ, απετέλεσε για τους Κασιώτες «πεδίον δόξης λαμπρόν» και οι περισσότεροι απ’ αυτούς μετακόμισαν στην Αίγυπτο, όπου και δημιούργησαν ανθηρή παροικία στα παράλια του Πορτ Σάιντ, το Πόρτο ή Κάβο Πουλιό, όπως οι ίδιοι το ονόμασαν. Αρχικά, οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Όμως, έπειτα από απεργίες, η εταιρεία της διώρυγας αύξησε τα ημερομίσθια και παραχώρησε οικόπεδα στους Κασιώτες, οι οποίοι δημιούργησαν τους οικισμούς «Χωράφα» και «Νέα Χωράφα», χτίζοντας σπίτια, εκκλησίες και σχολεία. Το 1917 ιδρύθηκε και η «Ελληνική Αδελφότητα των εν Αιγύπτω Κασίων». Παρ’ όλη την οικονομική και πολιτιστική τους πρόοδο, οι Κασιώτες δεν έπαψαν να πικραίνονται για την πληθυσμιακή αφαίμαξη του νησιού τους. Αυτό αδιάψευστα μαρτυρούν και τα λόγια του τραγουδιού:

Να τον να ζη ο Ντε Λεσέψ,
είθε να τον δικάσω
που σπίτωσε την έρημο
κι ερήμωσε την Κάσο.

Ο μικρός φάρος στην είσοδο της Μπούκας.

Τα πέντε χωριά της Κάσου κουρνιάζουν σφιχταγκαλιασμένα στο μέσον της βόρειας πλευράς του νησιού. Το Φρυ, πρωτεύουσα και μοναδικό λιμάνι της Κάσου, απλώνεται γύρω από τον κόλπο της
Μπούκας, που έχει σχήμα φρυδιού, απ’ όπου και ονοματοδοτήθηκε η πολιτειούλα. Το μικρό λιμανάκι της Μπούκας, δίπλα στο σύγχρονο λιμάνι, αποτελεί σπάνιο δείγμα παλιού πειρατικού καταφυγίου, που σήμερα φιλοξενεί ψαρόβαρκες και καΐκια. Οι ψαράδες εδώ πουλούν τα ψάρια τους και πίνουν τον καφέ τους στο παραδοσιακό καφενείο, αποχαιρετώντας όσους αναχωρούν και καλωσορίζοντας αυτούς που μόλις βγήκαν από το πλοίο της άγονης γραμμής. Ο Γάλλος περιηγητής Savary, που επισκέφθηκε το νησί το 1779, γράφει για το γραφικό λιμανάκι: «Η είσοδος έχει δώδεκα ποδιών πλάτος, ούσα λίαν δυσπρόσιτος. Πρέπει να διαβή τις δια του μέσου ακριβέστατα, διότι αν η λέμβος εγγίση τα άκρα, συνιστάμενα εκ γωνιωδών βράχων, κινδυνεύει να γίνει θρύμματα. Το πέρασμα τούτο είναι το μόνον, δι’ ου δύναται τις να αποβή της νήσου».

Εσωτερικό κασιώτικου αρχοντόσπιτου.

Το Φρυ ιδρύθηκε το 1840 κυρίως από κατοίκους της Αγίας Μαρίνας. Τα περισσότερα σπίτια είναι διώροφα αρχοντικά, με εντυπωσιακή αρχιτεκτονική, η οποία και προδίδει τον πλούτο που γνώρισε το νησί. Πολλά από τα πετρόχτιστα αυτά καπετανόσπιτα είναι αληθινά κομψοτεχνήματα, παρ’ όλα αυτά όμως το εξωτερικό τους δεν μαρτυρά σε καμία περίπτωση την πολυτέλεια του εσωτερικού. Έπιπλα, σκεύη, καθρέφτες και λάμπες έφθασαν εδώ από τα πέρατα της γης, για να στολίσουν το «σουφά» και τα ράφια του κασιώτικου σπιτιού, μαζί με τα εργόχειρα, που με τέχνη και φαντασία κατασκεύαζε η άξια Κασιώτισσα. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να παρακολουθήσετε ένα κατατοπιστικό video στο κανάλι μας στο Youtube.

Το γραφικό λιμανάκι της Μπούκας…

…αποτελεί το εμβληματικότερο τοπόσημο της Κάσου

…με βαριά ιστορία και απερίγραπτη ομορφιά απ’ όποια γωνία κι αν το δεις.

Η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, πολιούχου της Κάσου, χτισμένη στις αρχές του 20ού αι., με αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο και περίτεχνο καμπαναριό με ρολόι.

Το κτήριο του Δημαρχείου στο Φρυ.

Η πλατεΐτσα με το μνημείο Ηρώων του 1821, στην πλατεία του Δημαρχείου. Έργο του Ανατόλη Λαζαρίδη που γύρω του στέκονται 4 μικρά κανόνια-λάφυρα.

Το εντυπωσιακό πετρόκτιστο αρχοντικό Μηνακούλη, όπου στεγάζεται ο Αγροτικός Υγειονομικός Σταθμός Κάσου

…και συχνά φιλοξενούνται και ενδιαφέρουσες εκθέσεις.

Το κομψό κτήριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης με τις χαρακτηριστικές κολώνες.

«Από τις ομορφότερες των νησιών μας»…

…χαρακτήρισε ο διακεκριμένος Θεσσαλός λαογράφος Κίτσος Μακρής…

…τις όντως πανέμορφες εξώπορτες της Κάσου

…μάρτυρες της αίγλης του παρελθόντος του νησιού.

Τα πανέμορφα τσιμεντένια κάγκελα, σήμα κατατεθέν της τοπικής αρχιτεκτονικής. Εδώ το χαρακτηριστικό σχέδιο «ρόδο».

Κοντά στο Φρυ βρίσκεται ο Εμπορειός, το παλιό λιμάνι του νησιού, που γνώρισε μεγάλες δόξες στην αρχαιότητα. Σήμερα είναι θέρετρο του νησιού και σκάλα για τα ψαροκάικα, που έρχονται από τα γύρω νησιά. Η εδώ εκκλησία της Γέννησης της Θεοτόκου χτίστηκε το 1856, στη θέση παλαιοχριστιανικής βασιλικής, αρχιτεκτονικά μέλη της οποίας χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του εν λόγω ναού. Στα μαρμάρινα σκαλιά, που πιθανότατα ανήκαν στον προγενέστερο ναό, διακρίνονται λαξεύματα, που δηλώνουν την προηγούμενη χρήση τους. Ο ναός έχει βοτσαλωτό δάπεδο, ξυλόγλυπτο τέμπλο και γύψινο χρωματιστό διάκοσμο. Πίσω από την εκκλησία, υπάρχει άλλο εκκλησάκι, όπου και βρέθηκε η εικόνα, ενώ το βαπτιστήριο βρίσκεται σε ιδιόκτητο χώρο. Οι αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποίησαν οι Ross και Hiller von Gaettringen στην περιοχή του Εμπορειού, έφεραν στο φως ερείπια νεκρικών θαλάμων, κίονες από λείο γρανίτη, δάπεδα με έγχρωμα πετράδια, τεμάχια μαρμάρινων θριγκών με χριστιανικές επιγραφές, καθώς και μια μαρμάρινη πλάκα με αφιέρωση στον Ασκληπιό.

Εμπορειός, λιμανάκι και πολυσύχναστη παραλία…

…σε αρμονική συνύπαρξη, με τον ναό…

…της Γέννησης της Θεοτόκου να δεσπόζει στο τοπίο.

Μόλις 1 χλμ. δυτικά του Φρυ βρίσκεται η Αγία Μαρίνα, το αρχοντοχώρι της Κάσου, χτισμένο σε ύψωμα και απλωμένο σε μεγάλη έκταση. Τις γειτονιές της Αγίας Μαρίνας, το Ακρί στα βόρεια και το Καστέλι στα νότια, στολίζουν πολλά αρχοντικά και καπετανόσπιτα, αλλά και σπίτια νεώτερα, ολόλευκα και περιποιημένα με τα μπαλκόνια και τις αυλές τους γεμάτα λουλούδια σε «αλιτάνες» και γλάστρες.
Πολύ κοντά στην Αγία Μαρίνα, μόλις 15′ πεζοπορίας, προς τα νότια, βρίσκεται το σπήλαιο Ελληνοκαμάρα, που χρησίμευε ως καταφύγιο των ντόπιων κατά τις περιόδους πειρατικών επιδρομών. Τα κεραμικά διαφόρων εποχών που έχουν βρεθεί εδώ μαρτυρούν πως υπήρξε τόπος λατρείας ήδη από τα Μυκηναϊκά χρόνια έως και την ελληνιστική εποχή. Η είσοδος του σπηλαίου -30 μ. πλάτος και 10 μ. ύψος- έχει κλειστεί από την αρχαιότητα με ισοδομικό τοίχο, που καταλήγει σε δύο ανοίγματα. Η γύρω περιοχή είναι πανέμορφη -όπως μαρτυρά και τ’ όνομά της, «Παραδείσι»- και κατάφυτη με ελιές και χωράφια που φθάνουν ως τη θάλασσα. Το τοπίο συμπληρώνουν ένα σωρό μικρούτσικα νησάκια, τα Κασονήσια, που κλείνουν τον ορίζοντα σαν πέτρινο περιδέραιο, στο οποίο ξεχωρίζει λόγω του μεγέθους του το νησάκι Αρμάθια.

Συνολική άποψη της Αγίας Μαρίνας…

…με τις γειτονιές της πνιγμένες στο πράσινο και τα λουλούδια.

Οι εκκλησίες της Αγίας Μαρίνας (φωτο), του Χριστού και του Σταυρού, με βοτσαλωτά δάπεδα και ενδιαφέροντα ξυλόγλυπτα τέμπλα, στολίζουν το χωριό της Αγίας Μαρίνας.

Παλιός ανεμόμυλος στην Αγία Μαρίνα.

Το Αρβανιτοχώρι είναι χτισμένο στην άκρη εύφορης κοιλάδας και είναι το μόνο που ξεφεύγει λίγο από τη σφιχτή συστάδα των οικισμών του νησιού. Κι εδώ θα δείτε πολλά αρχοντικά, άλλα αναπαλαιωμένα και άλλα δυστυχώς μισοερειπωμένα, ανάμεσα στα οποία παρεμβάλλονται γραφικά, θολωτά εκκλησάκια. Ξεχωριστή είναι η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου με το βοτσαλωτό δάπεδο τόσο στο εσωτερικό όσο και στην αυλή του. Οι τρεις χαρακτηριστικές καμάρες του, εσωτερικά σχηματίζουν τόξα στην οροφή, ενώ το καμπαναριό του είναι πανύψηλο, σύμφωνα με την επιθυμία του καραβοκύρη που έχτισε το ναό, για να το βλέπει, λέει, καλά όταν περνούσε με το καράβι του έξω από το νησί.

Το μεσόγειο Αρβανιτοχώρι, φωλιασμένο στα ριζά των κασιώτικων βουνών.

Το πανύψηλο καμπαναριό του Άη-Δημήτρη, σήμα κατατεθέν του Αρβανιτοχωρίου.

Στα βορειοανατολικά του Φρυ βρίσκονται τα χωριά Παναγία και Πόλι. Η Παναγία είναι παραθεριστικός οικισμός με λίγους μόνιμους κατοίκους και μπαλκόνια στολισμένα με περίτεχνα τσιμεντένια κάγκελα, πολλά σε σχήμα ρόδου.

Η εκκλησία της Παναγίας στο ομώνυμο χωριό με βοτσαλωτό δάπεδο και ξυλόγλυπτο τέμπλο. Στον περίβολό της υπάρχει λάρνακα της Οσίας Κασσιανής, πιθανότατα αρχαία.

Ο ναός ολοκληρώθηκε το 1902 και η μεγάλη κτηματική του περιουσία, αλλά και τα πάμπολλα χρυσά αφιερώματα και δώρα, τον κατατάσσουν στους πλουσιότερους της Κάσου. Στο φόντο η πανοραμική άποψη του Φρυ.

Μικρή πλατεΐτσα στο χωριό της Παναγίας.

Έξι εκκλησούλες -φαινόμενο μοναδικό ανά το Αιγαίο- χτισμένες η μία κολλητά δίπλα στην άλλη και αφιερωμένες σε έξι διαφορετικούς Αγίους -Άγιο Χαράλαμπο, Άγιο Αντώνιο, Άγιο Νικόλαο, Άη-Γιάννη, Αγία Βαρβάρα και Αγία Κάρα-, που χτίστηκαν, σύμφωνα με την παράδοση, για να διώξουν από το χωριό Παναγία, έξι νεράιδες που έβγαιναν κάθε βράδυ και χόρευαν στην περιοχή.

Οι Κασιώτες διακρίνονται για το βαθύ θρησκευτικό τους αίσθημα και αυτό γίνεται αντιληπτό και από το πλήθος των εκκλησιών και μοναστηριών που συναντά κανείς σε όλη την έκταση του νησιού.

Η γη της Κάσου φιλοξενεί συνολικά 102 εκκλησίες, μοναστήρια και ξωκλήσια, κάποια από αυτά σε σημεία με μαγευτική θέα.

Κάθε εκκλησάκι αποτελεί δείγμα ευλάβειας και ελάχιστης ευγενικής ανταπόδοσης, από ανθρώπους με καρδιές γεμάτες ευγνωμοσύνη.

Το Πόλι ήταν η αρχαία πρωτεύουσα του νησιού, με επίνειο τον Εμπορειό. Χτισμένο σε λόφο ύψους 222 μ., έχει άπλετη θέα προς το Φρυ, την Αγία Μαρίνα και την Παναγία. Το 1912 καταστράφηκε από σεισμό και ξαναχτίστηκε. Η περιοχή είναι πετρώδης και οι κάτοικοί της που είναι κυρίως αγρότες, χωρίζουν τα κτήματά τους με «ξερολιθιές», τους παραδοσιακούς νησιώτικους τοίχους, όπου οι πέτρες τοποθετούνται η μία πάνω στην άλλη χωρίς συνδετικό υλικό. Στα αξιοθέατα του χωριού συμπεριλαμβάνονται η εκκλησία της Αγίας Τριάδας με τους γαλάζιους τοίχους και τους πορτοκαλί τρούλους της, καθώς και τα ερείπια τείχους, στην κορυφή του Κάστρου, τοποθεσία που από τον
Στράβωνα αναφέρεται ως αρχαίο Πόλι. Εδώ βρέθηκαν λαξευμένοι τάφοι στην πέτρα (4ου – 3ου αι. π.Χ.), μελανόμορφα αγγεία, λήκυθοι, επιτύμβιες στήλες και ελληνιστικές επιγραφές. Επίσης το μοναστήρι του Αγίου Μάμαντος (4 χλμ. Ν.Α.) με βοτσαλωτό δάπεδο και ξυλόγλυπτο τέμπλο. Δίπλα στην εκκλησία υπάρχει ξενώνας και πηγάδι. Η περιοχή είναι ειδυλλιακή με θέα που φτάνει ως το Λιβυκό πέλαγος. Μετά το αεροδρόμιο βρίσκεται η περιοχή της Βρύσης, όπου και το εκκλησάκι του Άη Γιώργη της Βρύσης. Από δω αναβλύζει το μοναδικό τρεχούμενο νερό του νησιού, του οποίου η ύδρευση γίνεται από γεωτρήσεις ή από βρόχινο νερό, που συλλέγεται στις στέρνες των σπιτιών. Στον ίδιο χώρο υπήρχε αρχαίο ιερό όπως βεβαιώνουν τα λαξεύματα στα βράχια.

Πόλι, το παλαιότερο χωριό της Κάσου

…με ανεμπόδιστη θέα προς το εσωτερικό του νησιού και το πέλαγος.

Το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου της Χαδιές, βρίσκεται στο νότιο άκρο της Κάσου και το προσεγγίζει κανείς μέσα από μια υπέροχη διαδρομή, που διασχίζει την κοιλάδα του Άργους, αλλά και τους τραχείς ορεινούς όγκους του νησιού. Όλη η περιοχή είναι εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς, ενώ η διαδρομή τερματίζει δύο χιλιόμετρα νοτιότερα από το μοναστήρι, στην όμορφη παραλία στη Χέλατρο, το νοτιότερο σημείο της Κάσου. Το μοναστήρι κοσμούν αξιόλογες αγιογραφίες και ξυλόγλυπτο τέμπλο. Τόσο ο ναός όσο και τα γύρω του κτίρια, που στο πανηγύρι λειτουργούν ως ξενώνες, συντηρούνται άριστα από τους ντόπιους, αλλά και τους ομογενείς Κασιώτες, που τρέφουν ιδιαίτερη ευλάβεια στον Άγιο.

Άη μου Γιώργη της Χαδιές, βοήθα να γυρίσω,

γονατιστός στη χάρη σου, να ‘ρθω να προσκυνήσω.

Το λιμανάκι της Χελάτρου υπήρξε η πρωταρχική αφετηρία των Κασιωτών για τα μακρινά ταξίδια τους στο χώρο και το χρόνο.

Η προτομή του Ελευθερίου Βενιζέλου στην παραλία της Χελάτρου.

Γραφικό ξωκλήσι στην παραλία της Χελάτρου.

Το ξωμονάστηρο της Παναγίας του Ελέρου, στις νοτιοανατολικές εσχατιές του νησιού. Στις 7 και 8 Σεπτεμβρίου πραγματοποιείται εδώ μεγάλο διήμερο πανηγύρι.

Η παραλία Αμμούα, στην δυτική πλευρά του νησιού…

…αποτελεί μία από τις ωραιότερες και πλέον πολυσύχναστες της Κάσου.

Το γειτονικό νησάκι Αρμάθια
Διάσημο το νησάκι αυτό στους λάτρεις της Κάσου χάρη στην εξωτική παραλία του, τα Μάρμαρα, μία από τις ωραιότερες της Μεσογείου. Τα ασύλληπτης ομορφιάς χρώματα του νερού οφείλονται στην ύπαρξη γύψου στο βυθό της θάλασσας. Τα έρημα σήμερα Αρμάθια, το μεγαλύτερο από τα Κασονήσια, έσφυζαν άλλοτε από ζωή, καθώς εδώ λειτουργούσαν ορυχεία γύψου, ο οποίος μεταφερόταν με κασιώτικα καράβια ως τη Μαύρη Θάλασσα. Επτά καφενεία διέθετε τότε το νησί προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες των εργατών των ορυχείων, των ναυτικών και των σφουγγαράδων που άραζαν εκεί τα καράβια και τα καΐκια τους, αλλά και των γεωργών που καλλιεργούσαν την αρμαθιώτικη γη. Σήμερα, το ξωκλήσι της Υπαπαντής αντικρίζει μόνο τα ίχνη των ορυχείων, καθώς και τις άλλες δύο, πανέμορφες επίσης, παραλίες του νησιού, την Ποπαντούλα -υποκοριστικό της Υπαπαντής- και τον Καραβοστάση. Το νησάκι έχει ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο »Natura 2000» χάρη στις φυσικές του ομορφιές και την βιοποικιλότητά του. Πρέπει να σημειώσουμε, ότι στα Κασονήσια, εκτός από τα Αρμάθια, ανήκουν επίσης η Μακρά -βοσκότοπος της Κάσου- η Πλάτη, η Στρογγύλη, τα Ποντικονήσια, το Κουφονήσι κ.ά. Στη Μακρά υπάρχει και μικρό εκκλησάκι, αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο. Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε, ότι η ευρύτερη θαλάσσια περιοχή Κάσου-Καρπάθου-Κασονησίων, θεωρείται σημαντικός βιότοπος της μεσογειακής φώκιας monachus-monachus.

Τα Αρμάθια όπως φαίνονται από την Κάσο.

Copyright ©Katerina Marinaki. All Rights Reserverd.ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της κατόχου του Κατερίνας Μαρινάκη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.

 

Κατηγορίες:Greek IslandsΕτικέτες: ,

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.