Του δημοσιογράφου Βασιλείου Τσούνη
Τον οινοποιό Γιάννη Παπαργυρίου δεν έχω την τιμή να τον γνωρίζω δια ζώσης, αλλά ως ένα διαδικτυακό φίλο, που καθημερινά μέσα από τις αναρτήσεις του δεν καταθέτει μόνο την αγάπη του για τον ελληνικό αμπελώνα και το κρασί, αλλά εκφράζει και τις απόψεις του για τον κλάδο και την πορεία του, σε μια δύσκολη περίοδο για την οικονομία γενικότερα και για τις πωλήσεις του οίνου, ειδικότερα, οι οποίες βαίνουν σταδιακά μειούμενες. Διαδικτυακά παρακολουθήσαμε και την κατασκευή του νέου οινοποιείου από τα θεμέλια μέχρι την σχεδόν ολοκλήρωσή του, στο Λαλιώτη Κορινθίας, σημειωτέον με ίδια κεφάλαια. Στην συνέχεια θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε την ιστορία αυτού του οινοποιείου,τους αμπελώνες του, αλλά και τις ποικιλίες κρασιών που εμφιαλώνει. Με την προτροπή αυτές τις διαφορετικές γιορτές όλοι μας να προτιμήσουμε τους ελληνικούς οίνους, οι οποίοι δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους εισαγόμενους, σας ευχόμαστε καλή πρωτοχρονιά με υγεία και είθε το 2021 να μας οδηγήσει σε πιο ελπιδοφόρους δρόμους.

Το οινοποιείο, που είναι επισκέψιμο κατόπιν συνεννόησης, βρίσκεται στο Λαλιώτη Κορινθίας, μέσα στους αμπελώνες, όπου και η κατοικία της οικογένειας Παπαργυρίου. Στο χώρο του υπάρχει επίσης κάβα βαρελιών barrique, αλλά και μεγαλύτερων βαρελιών, που χρησιμοποιούνται για την παλαίωση των κρασιών.
Το Κτήμα Παπαργυρίου, στην περιοχή Λαλιώτη 10 χλμ. έξω από το Κιάτο, αποτελεί το ορμητήριο της οικογένειας, η οποία παράγει τους οίνους της με πολλή αγάπη και μεράκι, από σταφύλια δικής της παραγωγής. Ιδρύθηκε το 1978, όταν έγιναν οι πρώτες φυτεύσεις γραμμικών αμπελώνων, από τον Αριστείδη Παπαργυρίου, ο οποίος σπούδασε στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών. Το πάθος του για το αμπέλι και το κρασί τον οδήγησε στην αναζήτηση νέων μεθόδων καλλιέργειας, αλλά και ποιοτικών ποικιλιών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 άρχισε να επισκέπτεται οινοποιεία και κτήματα στη Γερμανία, όπου και δοκίμασε ποιοτικά κρασιά σαφώς καλύτερα από οτιδήποτε κυκλοφορούσε στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Μαζί με την σύζυγό του Αλεξάνδρα αγόρασαν πλαγιές σε μια κοιλάδα στο χωριό Λαλιώτη, στην ημιορεινή Κορινθία. Μετά τη διαμόρφωση σε αναβαθμίδες επέλεξε ποικιλίες με τις οποίες θα ξεκινούσε: Ασύρτικο, Sauvignon Blanc, Cabernet Sauvignon, Αθήρι, Αγιωργίτικο. Κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, μιας και εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα στην Αθήνα, άρχισε να φτιάχνει τα πρώτα κρασιά το 1980.

Le Roi des Montagnes Cuvee. Έχοντας ως βάση το Cabernet Sauvignon δημιουργήθηκε ένα blend, που διαθέτει την δύναμη και τα αρώματά του, πλαισιωμένα όμως από κάτι πιο εξωτικό και πολύπλοκο. Παλαίωση σε βαρέλι επί 24 μήνες, αφιλτράριστο, με πολλά χρόνια εξέλιξης μπροστά του. Συνδυάστε το με ελάφι, αγριογούρουνο ή φιλέτο στο γκριλ, στους 18°C.
Το 1982 δοκίμασε για πρώτη φορά ξηρό Μοσχούδι (μικρόρραγο Μοσχάτο Ρίου), στην περιοχή της Πάτρας και αποφάσισε να το καλλιεργήσει στην Κόρινθο. Στην πορεία το Μοσχούδι έμελλε να γίνει η κύρια λευκή ποικιλία του Κτήματος, δίνοντας το δημοφιλές «Papargyriou Blanc» (Μοσχούδι-Ασύρτικο) και το γλυκό «Όψιμος Τρύγος». Το 1983 ξεκινά, μέσα στους αμπελώνες, η κατασκευή του οινοποιείου και μελλοντικού σπιτιού της οικογενείας, που θα ολοκληρωθεί το 1996. Εκτός από το κρασί παράγονται σουλτανίνα, ελαιόλαδο και λεμόνια. Το 1993 παίρνει άδεια εμφιάλωσης και τα κρασιά πωλούνται στην Γερμανία και την Ελλάδα. Παράλληλα, τα δύο παιδιά του, ο Γιάννης και η Ελπίδα, σπουδάζουν στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνεχίζουν με μεταπτυχιακές σπουδές στο Ινστιτούτο Αμπέλου Geisenheim της Γερμανίας.

Le Roi des Montagnes Syrah. Μια διαφορετική προσέγγιση στην καλλιέργεια και οινοποίηση δίνει ένα κρασί με ιδιαίτερο αρωματικό και γευστικό πλούτο, καθώς και μεγάλες δυνατότητες εξέλιξης στη φιάλη. Το Syrah, καλλιεργημένο στα 850μ., στην ορεινή Κορινθία, δείχνει εδώ πόσο μεγάλες δυνατότητες έχει στην Ελλάδα. Πιείτε το μαζί με τυριά, κυνήγι, κόκκινο κρέας ή και με μια bitter σοκολάτα, μετά το γεύμα, στους 18-19°C.
Μετά την επιστροφή του το 1996, ο Γιάννης Παπαργυρίου σταδιακά στρέφει το Κτήμα προς ολοένα πιο ποιοτικά κρασιά, αναλαμβάνοντας την οινοποίηση. Από το 1998 έως το 2003 γίνεται εκσυγχρονισμός του μηχανολογικού εξοπλισμού του οινοποιείου, με αγορά ψυκτικού μηχανήματος και δεξαμενών, ενώ για πρώτη φορά τα ερυθρά κρασιά παλαιώνουν σε δρύινα βαρέλια barrique. Το καλοκαίρι του 2002 καταστρέφονται πολλά από τα αμπέλια λόγω πυρκαγιάς. Ακολουθεί επανασχεδιασμός και αναζήτηση νέων κτημάτων. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους αγοράζεται το πρώτο κτήμα έκτασης 70 στρεμμάτων στα Σοφιανά Κορινθίας, το οποίο με νέες αγορές φτάνει σήμερα τα 160 στρέμματα.

Το πλέον δημοφιλές κρασί του Κτήματος Παπαργυρίου, ένα blend απόΑσύρτικο και Μοσχούδι, το μικρόρραγο Μοσχάτο Ρίου Πατρών. Εδώ συνδυάζεται με το δυναμικό Ασύρτικο (και τα δύο καλλιεργούνται στον ορεινό αμπελώνα στα Σοφιανά Κορινθίας, σε υψόμετρο 850μ.) και μαζί δίνουν ένα κρασί που ξεχωρίζει για το πλούσιο άρωμα του, τόσο στη μύτη όσο και στο στόμα, αλλά και την πολύ ωραία επίγευση. Συνοδεύει φρούτα, σαλάτες, λευκά κρέατα, ψάρι και όστρακα στους 9-11°C.
Την περίοδο εκείνη παράγονται 3 κρασιά με συνολική παραγωγή 12-15 χιλιάδες φιάλες. Το 2002 φυτεύονται τα κατεστραμμένα κτήματα, καθώς και 40 στρέμματα στα Σοφιανά. Έτσι, από το 2005 η παραγωγή αυξάνεται στις 35 με 40 χιλιάδες φιάλες, περίπου 60% λευκά και το υπόλοιπο ροζέ και κόκκινα. Οι εξαγωγές κατευθύνονται πλέον σε περισσότερες χώρες, όπως Γερμανία, Βέλγιο, Ιταλία, Ελβετία και από το 2015 και προς το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Η.Π.Α. Το Κτήμα συμμετέχει για πρώτη φορά σε διαγωνισμό οίνου το 2010 αποσπώντας 2 χρυσά μετάλλια, στο Concours Mondial de Bruxelles. Συνολικά στις 3 συμμετοχές στη συγκεκριμένη διοργάνωση απέσπασε 3 χρυσά και 3 ασημένια μετάλλια.
Ο παλαιότερος αμπελώνας βρίσκεται σε υψόμετρο 240 μέτρων, στις πλαγιές της ημιορεινής Κορινθίας. Ο προσανατολισμός είναι από Βορρά προς Νότο και η φύτευση γραμμική με σύστημα αμφίπλευρο Royal. Η μορφολογία της περιοχής επιτρέπει την καλή κυκλοφορία του αέρα και την ομαλή ωρίμανση των σταφυλιών, συνθήκες απαραίτητες για την παραγωγή κρασιών υψηλής ποιότητας. Ο νεότερος αμπελώνας βρίσκεται σε υψόμετρο 850 μέτρα στα Σοφιανά Κορινθίας, σε πηλοαμμώδες έδαφος. Οι ήπιες θερμοκρασίες του καλοκαιριού ευνοούν την παραγωγή σταφυλιών με ιδιαίτερο άρωμα, τα οποία παράλληλα δίνουν κρασιά με φρεσκάδα και νεύρο. Στην περιοχή αξιοποιούνται εκτός από τις ελληνικές Μοσχούδι και Ασύρτικο και ποικιλίες ξενικής προέλευσης, με αυξημένες εδαφοκλιματικές απαιτήσεις (Sauvignon Blanc, Syrah, Cabernet Sauvignon).

Όψιμος Τρύγος. Ένα γλυκό, αρωματικό κρασί, που προέρχεται αποκλειστικά από υπερώριμα σταφύλια της ποικιλίας «Μοσχάτο Ρίου», καλλιεργημένης σε υψόμετρο 850μ. Διαφέρει από τα συνηθισμένα γλυκά κρασιά, θυμίζοντας περισσότερο τα αλσατικά Vendanges Tardives. Η υψηλή οξύτητα του ισορροπεί τη γλυκύτητα, επιτρέποντας του να συνδυάζεται τόσο με φρούτα, όσο και με γλυκά που δεν έχουν έντονη γλυκύτητα (π.χ. cheesecake), αλλά και με πικάντικα τυριά. Πίνεται στους 8-10°C και με το χρόνο αναπτύσσει μια ιδιαίτερη αρωματική πολυπλοκότητα.
Copyright ©Katerina Marinaki. All Rights Reserverd.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της κατόχου του Κατερίνας Μαρινάκη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Σχολιάστε