Το Musée de l’ Impression sur Etoffes, δηλαδή το Μουσείο Τυπωμένων Υφασμάτων της Mulhouse, είναι ένας χώρος εντυπωσιακός, που αξίζει να επισκεφθείτε, όταν βρεθείτε στην όμορφη αυτή πόλη της νότιας Αλσατίας. Και το τονίζω δίοτι κι εγώ που το επισκέφθηκα, πραγματικά δεν περίμενα να δω και να μάθω τα όσα τελικά εισέπραξα και προγραμμάτισα την επίσκεψή μου εκεί με το σκεπτικό του να γνωρίσω, απλώς, όσες περισσότερες πλευρές της ταυτότητας της πόλης θα ήταν δυνατόν στο πλαίσιο της σύντομης επίσκεψής μου. Εισερχόμενη στο Μουσείο συνειδητοποίησα από την πρώτη στιγμή το γεγονός ότι βρέθηκα ακριβώς στο σταυροδρόμι της ιστορίας, της τέχνης και της κλωστοϋφαντουργίας, σε ό,τι αφορά στην Μυλούζη. Ένα σταυροδρόμι στο οποίο συναντούνται επίσης τα μονοπάτια των διακοσμητικών τεχνών με αυτά της μόδας, αλλά και οι διαδρομές της βιομηχανίας με την τοπική ιστορία. Το Μουσείο Τυπωμένων Κλωστοϋφαντουργικών (γνωστό τοπικά ως MISE) είναι όλα αυτά και πολλά περισσότερα, καθώς έχει καταφέρει να συγκεντρώνει ποιοτικές δημιουργίες υφασμάτων απ’ όλο τον κόσμο κάτω από την φιλόξενη στέγη του.
Το MISE στεγάζεται σε ένα μεγάλο κτήριο του 19ου αιώνα, με τις συλλογές του να περιλαμβάνουν περισσότερα από 6 εκατομμύρια δείγματα και 50.000 κλωστοϋφαντουργικά έγγραφα, νούμερα εντυπωσιακά που σίγουρα εξυπηρετούν ως σήμερα τον αρχικό στόχο δημιουργίας αυτής της συλλογής, την παροχή πηγών έμπνευσης στον κλάδο των κατασκευαστών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων στην Mulhouse, οι οποίοι ήταν εκείνοι που το 1833 ξεκίνησαν αφενός μεν να προστατεύουν τις δημιουργίες τους, αφετέρου δε να πραγματοποιούν έρευνα σε άλλες χώρες και να εξετάζουν διαφορετικές εποχές, προκειμένου να εμπλουτίσουν τη συλλογή τους.
Να σημειώσουμε ότι το έπος της κλωστοϋφαντουργίας στη Mulhouse ξεκίνησε ήδη το 1746 και η εκτύπωση υφασμάτων συνέβαλε στην ανάπτυξη της πόλης καθ’ όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Μέχρι τον 19ο αιώνα η Mulhouse και η Αλσατία είχαν πια γίνει παγκόσμιοι ηγέτες στην αγορά έντυπων υφασμάτων! Βεβαίως, μεγάλο μέρος αυτής της τεράστιας συλλογής εκτίθεται στο κοινό μέσα από μόνιμες ή περιοδικές εκθέσεις, προσφέροντας στους επισκέπτες του Μουσείου την ομορφιά και την κομψότητα μέσα από ένα πολυτελές ταξίδι στην ιστορία και την τέχνη.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή πρέπει να ξεκινήσουμε από το γεγονός ότι η προέλευση της ευρωπαϊκής κλωστοϋφαντουργίας μπορεί να εντοπιστεί στην Ινδία, ήδη 2.000 χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού. Από γενιά σε γενιά, οι Ινδοί τεχνίτες μετέδωσαν τα μυστικά τους για τις μακροχρόνιες και περίπλοκες διεργασίες με τη χρήση κόκκων ή μεταλλικών αλάτων, που σταθεροποίησαν τελικά την βαφή στο ύφασμα. Η φωτεινότητα της ινδικής παλέτας χρωμάτων οφειλόταν στην ανακάλυψη του κόκκινου χρώματος από τα άνθη του φυτού garance, όπως ονομάζεται στην Γαλλία το γνωστό μας ριζάρι ή «μπογιά» (Rubia tinctorum) και του μπλε από το λουλάκι. Τα πρώτα διακοσμητικά υφάσματα χρησιμοποιούν την τεχνική mordant, δηλαδή την επιδέξια συμμετοχή μεταλλικών αλάτων για την στερέωση των χρωμάτων στο ύφασμα.
Τα αέρινα αυτά τυπωμένα υφάσματα εισήχθησαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη από τους Πορτογάλους, στα τέλη του 16ου αιώνα. Η φωτεινότητα και η ανθεκτικότητα των χρωμάτων, η ελαφρότητα του υφάσματος, μαζί με τα ζωηρά και ποικίλα σχέδια, γοήτευσαν γρήγορα το ευρωπαϊκό γούστο στρέφοντάς το προς οτιδήποτε νέο και εξωτικό. Οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Ασίας και της Ευρώπης εντατικοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα, με τα ινδικά τυπωμένα υφάσματα να «κυριεύουν» μια Ευρώπη πεινασμένη για εναλλακτικές λύσεις έναντι των παλιομοδίτικων και βαριών μεταξωτών, μάλλινων και λινών υφασμάτων.
Η σαρωτική αυτή μόδα για τα ινδικά τυπωμένα υφάσματα ήταν τόσο καταιγιστική, ώστε η εταιρεία «East India», που τα εισήγαγε, δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στην τεράστια ζήτηση. Η προφανής λύση θα ήταν, λοιπόν, να ξεκινήσει την αναπαραγωγή του τυπωμένου υφάσματος στην Ευρώπη. Το 1640, οι Αρμένιοι έμποροι, οπλισμένοι με τα μυστικά των ινδικών τεχνικών, εισήγαγαν την τέχνη αυτή στην Ευρώπη, με το γαλλικό λιμάνι της Μασσαλίας να αποτελεί το σημείο εκκίνησης για την δημιουργα ευρωπαϊκών τυπωμένων υφασμάτων, με την Αγγλία να ακολουθεί γύρω στο 1670 και την Ολλανδία το 1678. Ωστόσο, στην Γαλλία, οι ισχυροί κατασκευαστές μαλλιού και μεταξιού αντιτάχθηκαν έντονα σε αυτόν τον απροσδόκητο ανταγωνισμό από την Ινδία, καθώς τα έσοδά τους όχι μόνο από την εγχώρια γαλλική αγορά, αλλά και από την εξαγωγή μάλλινων και μεταξωτών υφασμάτων ήταν σημαντικά. Προκειμένου να προστατευθεί το status quo, η εισαγωγή, κατασκευή και χρήση οποιουδήποτε ινδικού τυπωμένου υφάσματος απαγορεύθηκε από το Royal Ordinance το 1686.
Παρά τις βαριές ποινές, συμπεριλαμβανομένης της φυλάκισης και της εξορίας, η μόδα αυτή συνεχίστηκε ακάθεκτη, οδηγώντας τελικά στην άρση των απαγορεύσεων και στην ανακήρυξη, το 1759, της νομιμότητας για την εκτύπωση υφασμάτων με βάση τις ινδικές τεχνικές, στη Γαλλία, με μια νέα βιομηχανία να αναπτύσσεται σε ολόκληρη τη χώρα. Η Νάντη, το Παρίσι και η Ρουέν στο Βορρά, η Λυών και η Μασσαλία στον Νότο έγιναν σημαντικά κέντρα παραγωγής, ενώ και στην Mulhouse -ελεύθερη πόλη μέχρι το 1798- ο πρώτος κατασκευαστής εγκαταστάθηκε ήδη από το 1746. Αγγλία, Ολλανδία και Ελβετία ακολούθησαν γρήγορα το γαλλικό προβάδισμα οδηγώντας την κούρσα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας εκτύπωσης υφασμάτων.
Σε λιγότερο από μια γενιά, μεταξύ 1815 και 1835, η βιομηχανία τυπωμένης κλωστοϋφαντουργίας, άλλαξε ριζικά. Οι ώρες παραγωγής, διανομής και εργαζομένων αναδιοργανώθηκαν έτσι ώστε να ταιριάζουν στα νέα δεδομένα της Εποχής των Μηχανών. Η αναζήτηση νέας τεχνολογίας, η αύξηση των επενδύσεων κεφαλαίου και η αξιοποίηση ισχυρών πηγών ενέργειας συνδυάζονται προκειμένου να οδηγήσουν την βιομηχανία της τυπωμένης κλωστοϋφαντουργίας στην εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η χημεία χρωμάτων έφερε επανάσταση στην εκτύπωση υφασμάτων, εξίσου καταλυτική με την έλευση των μηχανών. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η έρευνα και οι καινοτομίες επιβεβαίωσαν τον εξέχοντα ρόλο της χημείας στην εκτύπωση υφασμάτων. Το 1856, ο Άγγλος χημικός William Henry Perkin ανακάλυψε την πρώτη συνθετική βαφή -μωβ χρώματος- και μέχρι το 1902 ήταν πλέον διαθέσιμα σχεδόν 700 συνθετικά χρώματα!
Κατά τη δεκαετία του 1930 ανακαλύφθηκε μια νέα τεχνική γνωστή ως εκτύπωση οθόνης. Ονομάστηκε επίσης τεχνική «La Lyonnaise», λόγω της εφεύρεσής της στη Λυών. Η εκτύπωση με οθόνη «Flat bed» έφερε επανάσταση στη βιομηχανία εκτύπωσης υφασμάτων. Ένα λεπτό πλέγμα γάζας -o πολυεστέρας ή το πολυαμίδιο αντικατέστησαν τη γάζα τα τελευταία χρόνια- τεντώθηκε σφιχτά πάνω σε ένα πλαίσιο, το οποίο τοποθετήθηκε στη συνέχεια πάνω στο ύφασμα και η πάστα βαφής «πιέσθηκε» μέσω του λεπτού πλέγματος. Κατά τη δεκαετία του 1950 αυτή η διαδικασία μηχανοποιήθηκε. Το 1962, ξεκίνησε η διαδικασία εκτύπωσης περιστροφικής οθόνης. Η επιτυχία ήταν άμεση και για δεύτερη φορά μέσα σε 15 χρόνια, η εκτύπωση υφασμάτων γνώρισε μία ακόμα επανάσταση!
Τα τυπωμένα ινδικά υφάσματα αποτελούν τους αδιαμφισβήτητους stars του Mουσείου και όχι αναίτια. Όταν έφτασαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη στα τέλη του 16ου αιώνα, οι άνθρωποι γοητεύθηκαν από τα πλούσια υφάσματα και τα αυθεντικά τους σχέδια. Από το 1746, η πόλη της Μυλούζης εμπνεύστηκε από εκλεπτυσμένες τεχνικές κατασκευής και εκτύπωσης, χρησιμοποιώντας ξύλινα μπλοκ και χάλκινους κυλίνδρους, για να ξεκινήσει η κατασκευή αυτών των πολυτελών υφασμάτων.
Στη συνέχεια, η γέννηση της μηχανής κυλίνδρων θα μεταβάλει ριζικά, όπως προαναφέραμε, την βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας. Λίγο μετά, οι εξελίξεις στη χημεία έδωσαν στους κατασκευαστές μια νέα τεχνική για να εξερευνήσουν συνθετικές βαφές. Το ισόγειο του Μουσείου είναι αφιερωμένο σε αυτές τις επαναστάσεις. Στεγάζει επίσης μια πολυτελή συλλογή από μαλλί cashmere.
Οι τελευταίες εξελίξεις στα έντυπα υφάσματα έχουν επίσης τον ειδικό χώρο τους. Από το επίπεδο τραπέζι ή τους περιστρεφόμενους εκτυπωτές έως το inkjet, η μεγάλη και υπέροχη ιστορία των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων συνεχίζει να μας εκπλήσσει!
Το 1833, μια ομάδα κατασκευαστών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων που έδρευαν εντός και γύρω από την Mulhouse δημιούργησαν μια Βιομηχανική Εταιρεία γνωστή ως «Societé Industrielle». Αποφάσισαν να αρχειοθετήσουν συλλογικά τα σχέδια που παρήγαγαν. Προκειμένου να συμπληρώσουν τις προσωπικές τους συλλογές, πρόσθεσαν σχέδια από άλλες χώρες και από προηγούμενες εποχές. Αυτή η συλλογή εξελίχθηκε για να γίνει τελικά αυτό που είναι σήμερα η κορυφαία συλλογή έντυπων υφασμάτων στον κόσμο, από την οποία -όχι τυχαία- αντλούν έμπνευση οι μεγαλύτεροι οίκοι μόδας και οι διασημότεροι σχεδιαστές!
Η πρόοδος που σημειώθηκε τον 19ο αιώνα στον τομέα της χημείας κλωστοϋφαντουργίας ξεπεράστηκε τον 20ό αιώνα. Η γκάμα των χρωμάτων αυξήθηκε, όπως και οι φωτεινές και χρωματικές ιδιότητές τους. Μια νέα τεχνική εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1980, η «μεταφορά εκτύπωσης», στην οποία χρησιμοποιείται υψηλή θερμοκρασία για τη μεταφορά των χρωμάτων από χαρτί σε ύφασμα. Συχνά χρησιμοποιείται για την εκτύπωση ενός μοτίβου σε μπλουζάκια, ενώ αυτή η τεχνική μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί κατά την εκτύπωση σε συνθετικό ύφασμα. Η σημερινή τεχνολογία ευνοεί την εκτύπωση με λέιζερ, διαδικασία ελεγχόμενη από υπολογιστή, με τις βαφές να προβάλλονται απευθείας στο ύφασμα.
Για την οργάνωση του ταξιδιού μας στην Mulhouse και την άψογη φιλοξενία μας ευχαριστούμε θερμά το Γραφείο Τουρισμού της πόλης.
Copyright © Katerina Marinaki. All Rights Reserverd.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της κατόχου του Κατερίνας Μαρινάκη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Σχολιάστε